- πατεῖς
- πατέωeatpres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
PRION — I. PRION Getarum Princeps, auxilio Persae contra Aeeten veniens, ab Iasone occisus in proelio. Val. Flac. l. 6. Argon. v. 19. II. PRION Graece Πριὼν, locus Carthagine, apud Polybium. Item Ephesi, apud Strabonem, qui πριῶνα dicit esse collis iugum … Hofmann J. Lexicon universale
πατώ — και πατάω / πατῶ, έω και αιολ. τ. πάτημι, ΝΜΑ 1. έχω ή βάζω το πόδι μου πάνω σε κάτι, σε έναν τόπο ή σε ένα αντικείμενο (α. «πάτησα ένα καρφί» β. «χῶρος οὐχ ἁγνὸς πατεῑν», Σοφ.) 2. λεηλατώ, διαρπάζω, κυριεύω (α. «πατήσανε το κάστρο» β. «πόλιν...… … Dictionary of Greek
ποί — (I) Α επίρρ. 1. (ερωτ.) πού; προς ποιο μέρος; (α. «νῡν δὲ ποῑ με χρὴ μολεῑν;» β. «ποῑ τις φροντίδος ἔλθῃ;», Σοφ.) 2. χρον. ώς πότε; («ποῑ γὰρ καὶ χρῆν ἀναμεῑναι;», Αριστοφ.) 3. (τελικ.) για ποιο σκοπό; γιατί; («ποῑ δὴ πατεῑς, Κίλισσα, δωμάτων… … Dictionary of Greek
πατάω — / πατώ, πάτησα βλ. πίν. 58 Σημειώσεις: πατάω : η κλίση σε ώ, είς (κατά το θεωρώ, βλ. πίν. 73 ) δε συνηθίζεται στην κοινή νεοελληνική. Έχει επιβιώσει σε στερεότυπες εκφράσεις, όπως: πατείς με πατώ σε (για μεγάλο συνωστισμό) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής